Ο Μάριος, ο σπούργος, άπλωσε την δεξιά φτερούγα του και άρχισε να καλλωπίζει το φτέρωμα του.
Α! ήταν πάντα σχολαστικός ο Μάριος. Την εμφάνιση του την πρόσεχε, χωρίς ωστόσο να το ομολογεί πάντα, πιο πολύ θεωρούσε τον εαυτό του ένα διανοούμενο σπουργίτι που δεν έδινε τάχα σημασία σ’ αυτά.
Μόλις είχε περάσει το πρωινό του ψάχνοντας τροφή στον εξοχικό αέρα και τώρα ήταν η ώρα των κοινωνικών συναναστροφών. Και γιατί όχι διάολε!
Υποχρεώσεις δεν είχε άλλες εκτός από την ασχολία του με τα κοινά, ήταν πρόεδρος του συνοικιακού συμβουλίου των σπουργιτιών που κατοικούσαν πάνω στην λεύκα η οποία φύτρωνε δίπλα σε ένα χαμόσπιτο με τσίγκινη στέγη.
Από την άλλη πλευρά, η κυρία Μάριου, η δια βίου σύντροφος του, ικανή και δυναμική είχε αναλάβει τα του οίκου του –συμπεριλαμβανομένης και της ανατροφής των παιδιών, πράγμα που έκανε με εξαιρετική επιδεξιότητα.-
Έτσι ο Μάριος περνούσε την ζωή του με την συμβία του, την ενασχόληση με τα κοινά και ήταν λίγο ή πολύ ευτυχισμένος.
Αυτό το «λίγο ή πολύ» ωστόσο, τον έκανε τον τελευταίο καιρό να έχει διάφορες ανησυχίες. Είχε ανακαλύψει ένα όμορφο και νεαρό θηλυκό ψαρόνι που κατοικούσε στα
κλαδιά της λεύκας μαζί με το πολυπληθές σμήνος της και που την ζαχάρωνε ενώ εκείνη του έκανε κονξες.
Αλλά επειδή ο Μάριος θεωρούσε όπως είπαμε τον εαυτό του διανοούμενο, είχε βαλθεί να την κατακτήσει με την ευφράδεια του. Η ίδια πάλι, μέσα στα νιάτα και την τσαχπινιά της, αντί να εκτιμήσει την ευφυΐα του, άκουγε αφηρημένα τα λόγια του και στράβωνε την μυτούλα της για την φλυαρία του.
Οι φίλοι του τον προειδοποιούσαν για το αταίριαστο του πράγματος και επέμεναν ότι το interspecies sex δεν έχει κανένα μέλλον, αλλά αυτός είχε πιαστεί από τα μπιρμπιλωτά μάτια της, και τα κομψά φτερά της.
Έτσι πέρναγε τον καιρό του ο Μάριος, σπούργος όμορφος και κοτσονάτος και δυστυχώς αθεράπευτα ερωτευμένος- αλλά φευ όχι με την συμβία του! –
Ο Μάριος λοιπόν ετοιμαζόταν και καμιά φορά έριχνε και μια ματιά στην τσίγκινη στέγη όπου μια κακάσχημη γάτα περνούσε τον καιρό της καιροφυλακτώντας.
Α! μα είχε πολύ πλάκα αυτή η γάτα!
Το τι κογιονάρισμα της έριχνε κάθε μέρα δεν λέγεται!
Όταν την έβλεπε συσπειρωμένη να τον κοιτάει σαν ξερολούκουμο, έκανε ότι δεν καταλάβαινε και μετά πετούσε ακριβώς πάνω από το κεφάλι της ίσα ίσα για να την κρατάει σε εγρήγορση.
Και τι λαχτάρα έπαιρνε αυτή η γάτα κάθε φορά! Μ’ όλο που ήταν λίγο τεμπέλα –ή ίσως λίγο ανασφαλής- για να του ορμήσει.
Διότι αυτή η κουτή γάτα καθόλου δεν φαινόταν ικανή να τον πειράξει. Μάλλον της άρεσε να κάθεται και να τον παρατηρεί από μακριά –χμ… μα ναι, ναι! είναι αλήθεια… σαν ξερολούκουμο-
Εκείνη την ημέρα, μετά τον καλλωπισμό του, ο Μάριος έφυγε από το κλαδί του τάχα για να πάει στην συγκέντρωση των κατοίκων της λεύκας περισσότερο όμως για να έχει την ευκαιρία να ψάξει για την μικρή και όμορφη ψαρόνα του.
Και την είδε βέβαια, εκεί ανάμεσα στα άλλα ψαρόνια, με ένα κύκλο θαυμαστών γύρω της, και για να πούμε την αλήθεια, τούτη την φορά δεν του έδωσε και πολλή σημασία.
Ο Μάριος, πικαρισμένος από την αντιμετώπιση, σκέφτηκε να ξεσκάσει με τον μόνο τρόπο που μπορούσε εκείνη την στιγμή. Να παρενοχλήσει την άσχημη γάτα που τον κοίταζε από απέναντι.
Του άρεσε του Μάριου αυτό το παιχνίδι… Είχε το πάνω χέρι, αφού μπορούσε να πετάξει μακριά μόλις αυτή προσπαθούσε να τον αρπάξει, είχε και την επίγνωση της ευφυΐας του, όπλο αρκετό για να τα βγάλει πέρα με την χαζούλα πολύ περισσότερο αφού εκείνη ενώ είχε τα μάτια της καρφωμένα επάνω του, ποτέ δεν είχε προσπαθήσει πραγματικά να τον κυνηγήσει.
Έτσι λοιπόν ο Μάριος απολάμβανε την μέθη της νίκης πάνω της, κάθε φορά που τα πράγματα στην προσωπική του ζωή ζορίζανε.
Όπως τώρα.
Απογειώθηκε με φούρια και τουπέ, πετώντας τάχα τυχαία μπροστά στην σκορδόπιστη ψαρόνα, έκανε μια δυναμική στροφή ψηλά στον αέρα και βούτηξε με φόρα πάνω από το κεφάλι της άσχημης γάτας.
Αλλά τούτη τη φορά, μέσα στην έπαρση της σιγουριάς για ένα εύκολο θύμα και την έννοια του να κοκορευτεί στην ψαρόνα του, δεν πρόσεξε ότι η άσχημη γάτα είχε πλησιάσει το κέντρο της στέγης με αστεία βήματα και περίμενε εκεί ακριβώς συσπειρωμένη.
Στο πρώτο σλάλομ πάνω από το κεφάλι της, ένοιωσε το ρεύμα αέρα από το νυχοφόρο χέρι της καθώς έγραφε μια τροχιά ακριβώς δίπλα στο αριστερό φτερό του. Ξανά ανέβηκε ψηλά και βούτηξε πάλι προς το μέρος της, το παιχνίδι είχε και τους κινδύνους του, αλλά εκεί ήταν όλη η γλύκα.
Στην δεύτερη περατζάδα τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς όπως τα περίμενε.
Η άσχημη χαζή γάτα λες και αυτή την φορά έκανε την υπέρβαση της. Τα νύχια της τον πλησίασαν τόσο κοντά που τα ένοιωσε να γρατζουνάνε την άκρη της ουράς του. Και σε κλάσματα δευτερολέπτου χτύπησε ξανά και ξανά, στα δύο δευτερόλεπτα που ήταν πάνω από το κεφάλι της, τρεις φορές πρόλαβε και τινάχτηκε και προσπάθησε να τον πιάσει.
Ο Μάριος τα χρειάστηκε. Τρόμαξε τόσο πολύ που νόμισε ότι θα τον γράπωνε ακριβώς εκεί, ακριβώς εκείνη την στιγμή και είδε τρομαγμένος την ζωή του να περνάει μπροστά στα μικρά στρογγυλά ματάκια ματάκια του σαν σε ταινία. Όχι τίποτα άλλο αλλά θα έχανε την ευκαιρία να καταφέρει και την όμορφη ψαρόνα του! Αλλά και τις βόλτες και τις παρέες και τις κουβέντες με τους φίλους και τις φλυαρίες του. Για να μην μιλήσουμε για την πολιτική του καριέρα, και τις αγορεύσεις του και τα υπομνήματα και τις προτάσεις του, που θα έχαναν την ευκαιρια να εποφεληθούν από αυτά τα μέλη του συλλόγου, αν αυτός χανόταν!
Με την δύναμη που δίνει η απελπισία, ατσάλωσε τα μικρά περιποιημένα φτερά του και πέταξε την τελευταία στιγμή με μια απότομη κατακόρυφη κίνηση, ένα δύο μέτρα πιο ψηλά από την εμβέλεια των νυχιών της άσχημης γάτας.
Τρομοκρατημένος, πλησίασε την λεύκα, ακούμπησε στο κλαδί και προσπάθησε να σταματήσει την καρδιά του να χοροπηδάει. Α παπα! Παραλίγο να πάθει μεγάλη ζημιά, τι θα γινόταν ο κόσμος χωρίς αυτόν;! Μετά, μάζεψε τα κουράγια του, πήρε το σαρδόνιο ύφος του για το οποίο ήταν τόσο περήφανος και άρχισε να εξιστορεί στους φίλους σποργίτια και ψαρόνια που μαζεύτηκαν γύρω του την περιπέτεια από την οποία αυτός, ατρόμητος, είχε επιβιώσει. Έλεγε, έλεγε, έλεγε και τα υπόλοιπα πουλιά γύρω του τον άκουγαν με το στόμα ανοιχτό. Είπαμε ότι ο Μάριος αν ήξερε να κάνει κάτι πολύ καλά, αυτό ήταν να αφήνει τους ακροατές του άφωνους με τον υπέροχο προφορικό του λόγο.
Με το ένα μάτι κοιτούσε βέβαια και την ψαρόνα που χαμογελούσε ειρωνικά και του είπε άηχα ανοιγοκλείνοντας μόνο το ράμφος της
«Φλύαρε…!»
Κάτι έσπασε μέσα στην μικροσκοπική καρδούλα του Μάριου.
Γύρισε το κεφάλι και κοίταξε απέναντι στην στέγη να δει τι κάνει η άσχημη γάτα, η αιτία που η ψαρόνα του έριξε το ειρωνικό βλέμμα της. Εκείνη είχε ξαπλώσει στην σκιά, και πλενόταν, ποιος ξέρει τι σκεφτόταν για αυτόν τώρα. Μπορεί να τον μισούσε που την κορόιδευε. Μπορεί να αισθανόταν ντροπή που δεν τα κατάφερε να τον πιάσει.
Ο Μάριος, σκέφτηκε για μια στιγμή ότι έπρεπε πια να βρει άλλο τρόπο για να διασκεδάζει την πλήξη του, ίσως με ένα λιγότερο επικίνδυνο τρόπο.
Α παπα! Η ζωή είναι μικρή για να διακινδυνεύει τόσα. Υπάρχουν και άλλα παιχνίδια που μπορεί να παίζει με λιγότερο επιθετικούς αντίπαλους.
Αχ! Φαντάσου να του χάλαγε λέει την τόσο προσεκτικά επιμελημένη φορεσιά του. Φαντάσου να – ο μη γένοιτο- τον άρπαζε και να του έκοβε κανένα πόδι!
Α ναι! Υπάρχουν και άλλα πλάσματα περισσότερο ευθραυστα, άρα και λιγότερο επικίνδυνα, να τα χρησιμοποιήσει κανείς σαν παιχνίδι.
Την ώρα που η άσχημη γάτα πάνω στην τσίγκινη στέγη γλιστρούσε σε ένα ύπνο παραιτημένο και χωρίς όνειρα, ο Μάριος είχε πάρει την απόφαση του.
Θα συνέχιζε την ζωή του και τις ασχολίες του και το κυνηγι της ψαρόνας του και τις κουβέντες με τους φίλους και τις φλυαρίες του αλλά...
Ποτέ! Ποτέ πια παιχνίδια με τον Εχθρό!
Ετικέτες cats and animals, sort stories
Μ' αρέσει αυτό!Ηer story-his story!
Καλό ΣΚΔ κούκλα μου! Ελάτε για κανά μπανάκι ;-)