Δεκαετία του 60.
Η γειτονιά μάλλον αραιοκατοικημένη με μικρά μονώροφα σπιτάκια φτιαγμένα λαθραία στα μικροσκοπικά, εκτός σχεδίου οικόπεδα της περιοχής.
Οι γονείς μου αγόρασαν ένα από αυτά τα οικόπεδα και έφτιαξαν το πρώτο τους σπίτι για να στεγάσουν την μελλοντική οικογένεια.
Για την μαμά έχω ξαναμιλήσει.
Γεννημένη από Γκάγκαρους γονείς, με ένα βιοτικό επίπεδο αρκετά ψηλότερο από τον τότε μέσο Αθηναίο, μετακόμισε με την πατρική οικογένεια, μετά τον πόλεμο, σε πιο βολική, για την αλλαγή της οικονομικής τους κατάστασης, περιοχή.
Έτσι η, φτωχή πλέον, πρώην αστή έγινε η γειτόνισσα της διπλανής πόρτας, όταν παντρεύτηκε τον πατέρα και έστησαν το σπιτικό τους εδώ. Κατάφερε ωστόσο να γίνει αγαπητή αλλά και σημείο αναφοράς ανάμεσα στις στρατιές των ντυμένων με λουλουδάτες ρόμπες νοικοκυρών.
Διαβατήριο γι αυτό ήταν ένα βιβλίο μαγειρικής.
Στο μικρό λαθραίο σπίτι που έφτιαξαν για να παντρευτούν, κουβάλησε και ένα τέτοιο βιβλίο σε τεύχη, άγνωστο πως βρέθηκε στην κατοχή της.
Κάποια στιγμή ένας τυπογράφος συγγενής, της έδεσε τα τεύχη σε βιβλίο.
Ένα πολυσέλιδο μεγάλου σχήματος, βαρύ βιβλίο, δερματόδετο σε γκρενά χρώμα και με χρυσά γράμματα στην ράχη που ο βιβλιοδέτης είχε γράψει:
"Μεγάλη Μαγειρική του 60" στο πάνω μέρος και
"Λιλή Βούλγαρη" (το όνομα της μαμάς) στο κάτω.
Δεν αρνούμαι ότι αργότερα αυτό το ίδιο βιβλίο αποτέλεσε το πρώτο που διάβασα (ξεφύλλισα) στην ζωή μου. Με εκπληκτικές έγχρωμες φωτογραφίες εδεσμάτων, εικόνες και σχέδια σύγχρονων σπιτιών αμερικάνικης αισθητικής που στα μάτια μου έμοιαζαν μαγικά, ως και κανόνες καλής συμπεριφοράς στο τραπέζι και θερμιδομετρητή.
Μέσα σε αυτό το βιβλίο μαγειρικής η μαμά ανακάλυψε μια συνταγή για το καλό φαγητό της οικογένειας, που το έφτιαχνε μόνο σε ειδικές περιπτώσεις όταν ήθελε να περιποιηθεί τους ξένους της.
Το πιάτο έγινε ξακουστό και ιδιαίτερα δημοφιλές για την διαφορετικότητα του, σε σχέση με το παραδοσιακό αρνάκι με πατάτες στον φούρνο, τόσο που οι γειτόνισσες και οι γυναίκες του σογιού την καλούσαν να τις βοηθήσει να το μαγειρεύουν στα δικά τους ειδικά τραπεζώματα.
Το φαγητό λεγόταν "Σκοτσέζικα αυγά" και ειλικρινά δεν καταλάβαινα τότε γιατί είχε αυτό το όνομα.
Ήταν μια μάλλον απλή συνταγή με αυγά τυλιγμένα σε κιμά που τα συνόδευε πάντα με τηγανιτές πατάτες και κόκκινη σάλτσα.
Για τις πατάτες διέθετε ένα ειδικό εργαλείο που της το είχαν φέρει τότε από την Αμερική και που στριφογυρίζοντας το μέσα στην σάρκα της πατάτας δημιουργούσε σχέδια σαν κοχλίες που διακοσμούσαν το φαγητό γύρω – γύρω στην καλή πιατέλα. Το υπόλοιπο που έμενε από την πατάτα γινόταν αντικείμενο τσακωμού με τον μικρότερο αδελφό μου είτε ωμό – έμοιαζε με μικροσκοπική σπηλιά με στοές και περάσματα!- είτε τηγανισμένο κι αυτό και προορισμένο για τα πιάτα των παιδιών στο γεύμα.
Ιδού λοιπόν η συνταγή για τα περίφημα Σκοτσέζικα Αυγά.
750 γρ. μοσχαρίσιο κιμά από σπάλα
10 αυγά
1 και μισό πακέτο φρυγανιά τριμμένη.
Αλάτι και πιπέρι κατά το δοκούν
Σάλτσα ντομάτα
Τηγανητές πατάτες
Ανακατεύουμε τον κιμά με την φρυγανιά και το ένα αυγό και αλατοπιπερώνουμε.
Προσθέτουμε όσο νερό χρειαστεί για να μαλακώσει το μείγμα και το αφήνουμε να μείνει μισή ώρα στο ψυγείο.
Καθαρίζουμε τα υπόλοιπα οκτώ αυγά.
Χωρίζουμε την ζύμη σε οκτώ μπαλάκια και ανοίγουμε με το χέρι ένα ένα από αυτά.
Εδώ είναι απαραίτητη η προσθήκη και άλλου νερού για να ανοίγει το μείγμα εύκολα.
Τυλίγουμε ένα - ένα τα βρασμένα αυγά στον κιμά και πιέζουμε καλά για να μην μείνουν ανοίγματα και ανοίξει το αυγό στο τηγάνισμα.
Περνάμε τα τυλιγμένα αυγά από χτυπημένο αυγό και μετά από φρυγανιά και τηγανίζουμε σε βαθύ τηγάνι με αρκετό ελαιόλαδο.
Η συνταγή της μαμάς απαιτούσε, αφού τηγανιστούν τα αυγά να αναπαυθούν για πέντε λεπτά μέσα στην σάλτσα ντομάτας που σιγοβράζει "για να ρουφήξουν".
Όταν κρυώσουν λίγο τα κόβουμε στα τέσσερα και τα αραδιάζουμε στην καλή άσπρη πιατέλα. Βάζουμε και λίγη σάλτσα στο κέντρο κάθε αυγού για να ομορφύνει το πιάτο.
Επίσης η μαμά πρόσθετε και ψιλοκομμένο μαϊντανό σ΄ όλο το πιάτο για χρώμα.
Τι έκανε ένα τόσο απλό φαγητό να μας ξετρελαίνει όλους –οικογένεια και επισκέπτες- δεν ξέρω.
Υποθέτω ότι τώρα πια, ένα ρολό με κιμά και αυγά όλες έχουμε φτιάξει στο σπίτι. Το μόνο διαφορετικό είναι το πανάρισμα και το τηγάνισμα.
Πάντως στο σπίτι μου ακόμα και τώρα σε ενδοοικογενειακα γεύματα ή όταν θέλουμε να φάμε ένα κυριακάτικο παρηγορητικό φαγάκι, το προτιμάμε όλοι.
Ο πατέρας στα 93 του όταν τον ρωτάω "Τι πεθύμησες να φας, να το φτιάξω την Κυριακή" με κοιτάει για λίγο και μου λέει χαμογελώντας .
"Δεν φτιάχνεις κανένα Σκοτσέζικο!"
Α! ναι . Αυτό σημαίνει "food for the soul"
p.s.
Σε ένα ταξίδι μου στο Bath στην Αγγλία πολλά χρόνια πριν, μπαίνοντας σε ένα μικρό μαγαζί που πωλούσε snacks είδα έκπληκτη ένα μπολ γεμάτο με μικρά ολοστρόγγυλα μπαλάκια με μια ταμπελίτσα μπροστά που έλεγε "Scotch Eggs".
Τα δοκίμασα.
Δεν ξέρω. Έχω την εντύπωση ότι η μαμά τα έφτιαχνε πολύ νοστιμότερα από τους Εγγλέζους.
Για τους Σκοτσέζους δεν ξέρω.
Στο επόμενο ταξίδι !
Ετικέτες recipies
Αχ βρε ραλούκα!!!
Εντελώς food for the soul!!!!
Νομίζω ότι οι σκωτσέζοι τα κάνουν λίγο πιο άνοστα (ούτε κι εγώ τα έχω δοκιμάσει). Τα αγγλικά πάντως είναι σίγουρα άγευστα (μια δοκιμή με έπεισε!)
Φιλούκια