Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 24, 2008
ο μαστρο-Κώστας, η λάμπα και το βυσσινί πανωφόρι
1050 λέξεις.

Στο τέλος, λινκ για τις φωτοσοπιές της ανάρτησης.

O κυρ-Κώστας ο μάστορας έφτιαξε το αριστούργημα του σε μεγάλη ηλικία.

Είχε το εργαστήρι του σε φτωχό δυτικό προάστιο στο ημιυπόγειο παλιάς πολυκατοικίας.
Εδώ και χρόνια, μέσα στο σκοτεινό μαγαζάκι του κατασκεύαζε φωτιστικά. Με ένα δύο τόρνους και δεκάδες κουτιά με μπρούτζινα εξαρτήματα και γυάλες από οπαλίνα, έφτιαχνε λάμπες και λαμπατέρ, και επισκεύαζε τα χαλασμένα της γειτονιάς.
Ο κυρ-Κώστας δεν παντρεύτηκε ποτέ. Ούτε είχε δικό του σπίτι. Είχε στρώσει ένα ντιβάνι στο πίσω μέρος του εργαστηρίου του και κοιμόταν εκεί τα βράδια. Κοντά στο κρεβάτι κι ένα μικρό ψυγειάκι, με τα μπρίκια και τους καφέδες που έφτιαχνε μόνος του κάθε μέρα.
Ζούσε στο εργαστήρι του, δούλευε, κοιμόταν, ξαναδούλευε, ξανακοιμόταν. Τα χέρια του είχαν γίνει μαύρα από την μουτζούρα και τα ρούχα της δουλειάς είχαν πάρει ένα μουντό μολυβί χρώμα. Το εργαστήρι έζεχνε πάντα από την μυρωδιά του τριμμένου μέταλλου, του λιωμένου καλάι και των δύο γατιών που του έκαναν συντροφιά και σουλάτσερναν ανάμεσα στα κουτιά και την μαύρη σκόνη. Στην άκρη των τοίχων, εκτός από τα εργαλεία και τα εξαρτήματα στοιβάζονταν και παλιά φωτιστικά που κάποιοι τα είχαν φέρει για επισκευή και ξέμειναν αζήτητα εδώ και χρόνια.
Επίσης ο κυρ-Κώστας δεν είχε ούτε συγγενείς ούτε φίλους κολλητούς. Μόνο ο μπάρμπα-Πάνος τον επισκεπτόταν καμιά φορά για να πούνε δυο κουβέντες και τα μεσημέρια πήγαινε για φαγητό στο οινεστιατόριο στην πλατεία όπου έτρωγε μοναχικά τις μπάμιες και τα φασολάκια του και έπινε ένα ποτηράκι ρετσίνα για να πάνε κάτω.
Οι παλιότεροι γείτονες που τον γνώριζαν από τότε που είχε έλθει στη γειτονιά, έλεγαν ότι στα νιάτα του ήταν αρραβωνιασμένος με την Λέλα την κομμώτρια και θα την είχε παντρευτεί αν δεν τους χώριζε η μάνα της για να την καλοπαντρέψει με τον Μανόλη από το χωριό που είχε γίνει δικηγόρος και τώρα ήταν μεγάλος και τρανός.
Ο Κώστας έπεσε στα μαύρα πανιά, την αγαπούσε την λεγάμενη, και δεν βρήκε ποτέ άλλη γυναίκα να παντρευτεί.
Πέρασαν τα χρόνια, μαγκούφιασε σιγά σιγά και ζούσε μόνο για να βγάζει ένα μεροκάματο. Τα τελευταία χρόνια αρρώστησε κιόλας και αισθανόταν συχνά πυκνά την καρδιά του να ρετάρει, σαν ξεχαρβαλωμένη μηχανή.
Εκείνο το πρωί σαν εμφανίστηκε η καλοντυμένη κυρία και κατέβηκε προσεχτικά τα σκαλοπάτια του υπόγειου, τίποτα δεν τον είχε προετοιμάσει για το σοκ.
Η ίδια η κα. Λέλα με τα γοβάκια της και το κομψό βυσσινί πανωφόρι της εμφανίστηκε μπροστά του μυρωδάτη και καλοντυμένη.
Σήκωσε τα μάτια του από τη λάμπα που επισκεύαζε και ένοιωσε να λάμπει το υπογειάκι από την παρουσία της.
Η Λέλα, είχε περάσει από την γειτονιά και θέλησε να πει μια καλημέρα στην παλιά της αγάπη. Την έπιασε μια νοσταλγία για τον παλιό αρραβωνιαστικό, τώρα που τα παιδιά της είχαν πια παντρευτεί, και ο Μανόλης ξενοκοιμόταν συστηματικά για να αποδείξει ότι ήταν ακόμα νέος.
Ο Κώστας σάστισε που την είδε και του κόπηκε η μιλιά. Η καρδιά του κλώτσησε δυνατά και το στόμα του στέγνωσε. Τι είχαν να πουν μετά από 40 χρόνια οι δυο τους;
Μόνο, έτσι που την είδε λαμπερή και τόσο λίγο γερασμένη κατάλαβε την δική του κατάντια μέσα στην βρώμα και την μουτζούρα και σκέφτηκε ότι αν τον είχε παντρευτεί δεν θα είχε κάνει και την καλύτερη τύχη.
Μετά τις χαιρετούρες –ο Κώστας πήγε στον νεροχύτη και έπλυνε όσο καλύτερα μπορούσε τα χέρια του- η Λέλα έμεινε κανένα τέταρτο στα όρθια προσπαθώντας να μην ακουμπάει πουθενά και βρομίσει το βυσσινί πανωφόρι. Για την ακρίβεια, είπε, ήθελε και μια λάμπα λαδιού για το εξοχικό που γίνονταν συχνά πυκνά διακοπές ρεύματος και μήπως ο Κώστας θα μπορούσε να της φτιάξει μία;
Σιγά μην ήθελε λάμπα. Έτσι να έκανε στα μαγαζιά με τις αντίκες, ένα σωρό θα έβρισκε και θα 'ταν και αξίας. Αλλά να, ήθελε να ξαναπεράσει από το μαγαζάκι, έτσι που τον είδε κακομοιριασμένο και λιωμένο, για μια στιγμή της άρεσε που αυτή ήταν ακόμα λαμπερή και φρέσκια. Θέλησε να το ξαναζήσει λιγάκι αυτό και βρήκε την ευκαιρία.
Μετά τον αποχαιρέτησε και έφυγε, μια οπτασία που φώτισε το χώρο για λίγο και μετά έσβησε.

Ο κυρ Κώστας, έκλεισε το μαγαζί νωρίς εκείνη την μέρα.
Πλύθηκε στον νιπτήρα δίπλα στο κρεβάτι, φόρεσε τα πιο καθαρά του ρούχα, και βγήκε στο δρόμο.
Περπάτησε πολύ, έφτασε μέχρι το αλσάκι της περιοχής και κάθισε σε ένα παγκάκι.
Σκέφτηκε την ζωή του μέχρι τώρα και όλο αυτό πήρε μόλις λίγα λεπτά. Δεν είχε κάνει και τίποτα σπουδαίο. Έμεινε πολλή ώρα εκεί και βάλθηκε να φαντάζεται πως θα ήταν η ζωή αν είχε παντρευτεί την Λέλα.
Ίσως να είχε κι αυτός παιδιά παντρεμένα, ίσως να ζούσε μαζί της ευτυχισμένος, ίσως η ζωή να ήταν λιγότερο μουτζούρικη και ίσως να είχε φτιάξει εκείνο το μαγαζάκι με τα φωτιστικά στην πλατεία που ονειρευόταν τα πρώτα χρόνια.
Γιατί είχε υπάρξει καλός μάστορας. Οι λάμπες και τα πολύφωτα του είχαν μπει σε καλά σπίτια εκείνη την εποχή, όλοι το έλεγαν ότι έκανε θαύματα.
Γύρισε στο εργαστήρι του το απόγευμα, νηστικός.
Έβαλε τα ρούχα της δουλειάς, έκλεισε την πόρτα για να μην μπει κανείς και τον διακόψει, κάθισε στον πάγκο του και βάλθηκε να φτιάχνει την καλύτερη λάμπα της ζωής του. Πήρε την πιο όμορφη μπρούτζινη βάση, την γυάλισε στον τόρνο να αστράψει, της έβαλε βάση για φυτίλι, διάλεξε την πιο καθαρή γυάλινη καμπάνα, τη στόλισε με κρυσταλλάκια, που κρέμονταν τριγύρω σαν κουρτίνα, έτσι που το φως να περνάει από μέσα και να κάνει σχέδια στους τοίχους όταν είναι αναμμένη.
Πέντε ώρες δούλευε πάνω της με αγάπη και φροντίδα να γίνει ξεχωριστή και τέλεια. Πέντε ώρες τα μάτια του δεν στέγνωσαν.

Ο μπάρμπα-Πάνος, περνώντας την άλλη μέρα μπροστά από το εργαστήρι, είδε την πόρτα κλειστή και παραξενεύτηκε. Πλησίασε, την έσπρωξε και μπήκε μέσα.
Στα πόδια του μπερδεύτηκε η μουτζουθερή γατούλα που είχε κλειστεί μέσα όλο το βράδυ και πετάχτηκε με φόρα στο δόμο.
Φώναξε τον κυρ-Κώστα αλλά απάντηση δεν πήρε.
Πήρε όμως το μάτι του τον σωριασμένο μαυριδερό όγκο δίπλα στον πάγκο, και σαν πλησίασε κατάλαβε ότι ήταν ο φίλος του.

Η Λέλα δεν πέρασε ποτέ να πάρει την λάμπα της από το εργαστήρι του Κώστα. Το μετάνιωσε, που να έμπλεκε τώρα!
Αλλά και να περνούσε πάλι κλειστό θα το έβρισκε.

Ο μπάρμπα-Πάνος, στα σαράντα του μακαρίτη, ακούμπησε πάνω στο φρεσκοφτιαγμένο μνήμα του φίλου του μια όμορφη πολύχρωμη λάμπα λαδιού.
Άναψε το φυτίλι στάθηκε μια στιγμή και έφυγε.
Όταν έπεσε το βράδυ, η λάμπα έστελνε λάμψεις πολύχρωμες τριγύρω που έβαφαν τα διπλανά μνήματα και τα επτά κυπαρίσσια που στέκονταν πλάι-πλάι δίπλα στην μάντρα του κοιμητήριου.



Στο An almost dark cat... clicks clicks clicks υπάρχουν, για οποιον ενδιαφέρεται, τα στάδια δημιουργίας των εικόνων της ανάρτησης αυτής στο φωτοσοπ.
Οι εικόνες μεγεθύνονται με click


Το κειμενάκι αυτό έχει γραφτεί δύο χρόνια πριν αλλά δεν ήθελα να το αναρτήσω γιατί δεν μου άρεσε. Το τολμώ τώρα.
Αυτό το νοήμα έχει και η ετικέτα "Ελπινίκες", έτσι μαρκάρω τα χαζά μου κείμενα.

Kαλά... Aνοίγω τα σχόλια γιατί μου το ζήτησε η φιλενάδα Ρενάτα.

Ετικέτες ,

 
posted by ralou at 6:08 μ.μ. | Permalink | 6 comments
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 18, 2008
odd couples # 4

Canis lupus familiaris και Felis catus


Λοιπόν φιλενάδα Φιόνα, τι να πω!

Υπάρχουν στον κόσμο κάτι πλάσματα πολύ άσχημα!
Να δες! Ο σκύλος που περνάει κάθε μέρα έξω από την αυλή, ξέρεις εκείνος ο ρεμπετασκέρης που λιγουρεύται το πιάτο με το φαΐ μου!
Μαυριδερός, με χτυπημένο το αυτί, χωρίς μακριά γούνα, βρωμερός και σιχαμένος, ένα χάλι σου λέω!
Όχι σαν εσένα και εμένα φιλενάδα!
Κοίτα μας και φτύσε μας μην μας ματιάσεις.
Κούκλοι είμαστε!!
Κοίτα τη γούνα μου, λευκή σαν το χιόνι, αυτάκια τρυφερά, ματάκια εκφραστικά, μυτούλα ζηλευτή! Άμα μεγαλώσω θα κάψω καρδιές να το ξέρεις.
Ε! και εσύ δεν πας πίσω!
Καλή είσαι!

ΧΧΧΧσσσσσσς! Τι εννοεί ο βλαμμένος τώρα!
Απλά καλή είμαι;
Εγώ είμαι μια πριγκιποπούλα όχι παίξε γέλασε.
Ακούς να συγκρίνει την ομορφιά μου με την δική μου!
Που το μόνο για το οποίο είναι καλός είναι για μαξιλάρι να κοιμάμαι!
Ας είχα εγώ ένα καλό μαξιλάρι και θα του έλεγα αν θα τον είχα ανάγκη!
Αχ! Είναι τόσο βλάκες αυτοί οι σκύλοι…

Και με λέει και φιλενάδα ο αχρείος!
Αλλά τι να κάνει κανείς!
Μ΄ ότι έχει βολεύεται…

Ετικέτες ,

 
posted by ralou at 11:25 π.μ. | Permalink | 5 comments
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 11, 2008
tattooed...
1200 λέξεις σήμερα. Με σχόλια, αν το επιθυμείτε.
Αν σας φαίνεται μεγάλο, διαβάστε την περίληψη στο τέλος.
Όπως και την διεύθυνση του studio του Λουκά.


Η φίλη Κορίνα : Μα είσαι τρελή;!!
Η φίλη Γεωργία : Καλά! Δεν φοβάσαι τις βελόνες;
Ο Νικόλας : Πονάει πολύ σου λέω, ρώτησα και έμαθα. Ειδικά σε αυτό το σημείο!
Ο ξάδελφος Δημήτρης : Θα πάθεις μόλυνση / AIDS / αφροδίσια / ηπατίτιδα
Ο αδελφός Αντυ : Δηλαδή τι θέλεις να αποδείξεις; Ότι είσαι 20 χρονών;
Ο φίλος Σίμος : Μα αφού δεν θα φαίνεται, τι το θέλεις;
Η κουνιάδα Μαίρη : Δεν θα μπορείς να το αφαιρέσεις ποτέ!
Ο πατέρας : Μόνο οι φυλακισμένοι και οι χασικλήδες το κάνουν αυτό!
Εσύ πάντα κάνεις του κεφαλιού σου! Τι με νοιάζει εμένα; Έτσι κι αλλιώς δεν βλέπω καλά…

Ο συνάδελφος Βαγγέλης : Κυρία Ρ., πολύ καλά θα κάνετε! Είναι πολύ καλή ιδέα! Και ναι, πονάει λίγο, αλλά να δείτε που μετά θα καταλάβετε ότι άξιζε αυτός ο λίγος πόνος.

Αυτές ήταν οι αντιδράσεις φίλων και οικείων όταν τους ανακοίνωσα ότι είχα πάρει απόφαση να κάνω ένα τατουάζ στο πόδι μου.

Δυστυχώς, οι πρώτοι –που βγήκαν από τα ρούχα τους- είναι άνθρωποι της ηλικίας μου και ο μόνος που του φάνηκε καλή ιδέα, είναι ο συνάδελφος Βαγγέλης, ηλικίας μόλις 20something, ο οποίος σημειωτέον είναι και heavyμεταλλάς!

Όταν ήμουν περίπου στην ίδια ηλικία, αποφάσισα ότι ήθελα να κάνω ένα τατουάζ, αλλά οι εποχές δεν ήταν πρόσφορες.
Αλλά, ακόμα κι όταν τα έβλεπα σε ανθρώπους φοβιστικούς με την σκιά του περιθωριακού να
σκεπάζει τις μορφές τους, δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από αετούς και δράκοντες, από καρδιές λαβωμένες και φίδια και δελφίνια και σπαθιά και tribals και λυγερές γυναίκες να προβάλουν πίσω από τρικέφαλους, ωμοπλάτες και μπράτσα. Παραδόξως, καθόλου δεν μου φαίνονταν κιτς όλα αυτά. Ούτε καν αστεία.
Ωστόσο, είχα μάθει να φοβάμαι τους ανθρώπους με τατουάζ, από μικρή μου είχαν πει ότι ήταν σημάδι ότι ο άνθρωπος είχε κάνει φυλακή, ήταν ναρκομανής, ήθελε να καλύψει ουλές-ενθύμια από πράξεις άγριες, παραβατικές.
Όμως τα τατουάζ μου έκαναν τόση εντύπωση, τα λαχταρούσα τόσο, που τίποτα δεν με πτοούσε.
Ονειρευόμουν λοιπόν την ώρα που θα απελευθερωνόμουν εγώ η ίδια -αλλά και οι άλλοι γύρω μου- από την ιδέα ότι η δερματοστιξία είναι για τους περιθωριακούς και θα μπορούσα επί τέλους αποκτήσω το τατουάζ των ονείρων μου.

Όταν μετά από χρόνια άρχισα να βλέπω όλο και πιο πολλές νέες γυναίκες να έχουν πανέμορφα τατουάζ και να τα επιδεικνύουν με κοντά μπλουζάκια και έξωμα φορέματα, έπεσα σε σκέψεις. Ήμουν πια σε ηλικία και σε χμ... σωματική κατάσταση, που τέτοια ρούχα δεν ταίριαζαν στον δικό μου κώδικα ντυσίματος.
Αλλά όταν είδα την 24 χρονη κόρη της φίλης μου, με ένα ονειρεμένο μεγάλο πολύχρωμο τατουάζ στην μέση, ε πια... δεν κρατιόμουν με τίποτα.
Βούτηξα με τα μούτρα στο ΝΕΤ για να πάρω καμία ιδέα.

Μπουμπούκι τριαντάφυλλου ή κρίνο, το είχα δει στον ώμο μιας ηρωίδας στο σινεμά και το είχα ερωτευτεί.
Δελφίνια ίσως, ένα ή δύο να πετάγονται έξω από την θάλασσα και να μένουν εκεί ακίνητα για μερικές δεκαετίες.
Γάτες ενδεχομένως, αλλά ζώντας με γάτες τόσα χρόνια, μου φαίνονταν κάπως άψυχες πάνω στο δέρμα.
Τελικά κόλλησα σε ένα tribal σχέδιο, εκείνα τα αφηρημένα με τις αιχμές.

Επίσης, αναρωτιόμουν για την θέση του. Δεν ήθελα να το κρύψω σε αφανές σημείο, ήθελα να το δείχνω σαν ένα κόσμημα, ήμουν περήφανη που θα είχα ένα τέτοιο σχέδιο πάνω μου, δεν το έκανα ενοχικά.
Αποφάσισα χαμηλά στον αστράγαλο.
Εκεί που φαίνεται μέσα από τα συμβατικά ρούχα, χωρίς καμία δυσκολία.
Μάζεψα πληροφορίες από το ΝΕΤ, διευθύνσεις, γνώμες από φίλους, διάβασα για τους κινδύνους, τις προφυλάξεις, την διαδικασία ίασης όπως και τις ψυχολογικοθρησκευτικές μπούρδες που ανέφερε ο καθένας –δεν βεβηλώνω τον ναό του Θεού (!!!!!) - και το αποφάσισα.
Με ένα κομμάτι χαρτί στο χέρι που είχε πάνω του τυπωμένο το tribal σχέδιο που μου άρεσε, ξεκίνησα και πήρα σβάρνα πολλά στούντιο για να κόψω κίνηση.
Στα tattoo studio έβλεπα σχεδόν αποκλειστικά νέα παιδιά, κάποιοι με κοίταζαν παρεξενεμένοι, ποιος ξέρει, ίσως πίστευαν ότι ήμουν καμιά μαμά που ήθελε να προλάβει την κόρη της από το να κάνει καμιά τρέλα, αισθάνθηκα κάπως περίεργα είναι η αλήθεια.
Διάλεξα το στούντιο που μου φάνηκε αξιοπρεπές και καθαρό, είδα φωτογραφίες από τατουάζ πελατών τους και ο tattoo artist, ένας σοβαρός νέος άντρας, παρ όλη την χμ... extreme εμφάνιση του, άκουσε τι ήθελα, είδε το σχέδιο και κλείσαμε ραντεβού για μετά από 15 μέρες που θα γύριζα από τις διακοπές.

Μετά από αναμονή που μου φάνηκε αιώνας, βρέθηκα στο στούντιο με τον Νικόλα –χμ.. καλά, συγνώμη καλέ μου αλλά θα το πω- άσπρο από τον φόβο του, το MP3 player μου με την αγαπημένη μου μουσική, την αδρεναλίνη μου στα ύψη, το ηθικό ακμαίο, 70 ευρώ στο χέρι και την απόφαση μου σταθερή να μου χαμογελάει.
Η διαδικασία απλή, ζωγράφισε το σχέδιο στο πόδι μου, και άρχισε να κεντάει το δέρμα με μια βελόνα, που δυστυχώς είχε τον ήχο τροχού του οδοντίατρου.
Πονάς; Ναι, Όχι! Συνέχισε, Καμπαγιέ hijio de la luna, χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.

Γρατσούνισμα ελαφρά επώδυνο και συνεχές. Χα! αστεία πράγματα, όταν με γρατσουνάει η Νερίνα t.c. πονάω περισσότερο!
"κυρία Ρ. όταν θα αισθανθείτε την πρώτη γραμμή που θα κάνει η βελόνα στο δέρμα σας θα ξέρετε ότι κάνετε κάτι γιατί το θέλετε πολύ, και γι αυτό δεν θα το μετανιώσετε ποτέ"
Ο συνάδελφος Βαγγέλης, με είχε προετοιμάσει για όλες τις φάσεις και την διαδικασία, μα τι καλό που είναι αυτό το πιτσιρίκι, πάντα με ξαφνιάζει πολύ ευχάριστα.

Είκοσι λεπτά αργότερα, και μόλις τέσσερις διαφορετικές εκτελέσεις του hijio de la luna –
Καμπαγιέ, Μεκανό, Φραγκούλης, Μπράιτμαν- είχα πλέον το πρώτο μου τατουάζ.
Ο Νικόλας με την φάτσα του το ίδιο χρώμα με τις σελίδες του "Πυθαγόρεια Εγκλήματα" του Τ. Μηχαηλίδη, που διάβαζε όσο με περίμενε:
Είσαι καλά, πόνεσες, μπορείς να περπατήσεις;
Ούτε που το αισθάνομαι!
Βγαίνουμε έξω.
Καλοκαίρι είναι, η ζέστη και η υγρασία στα ύψη, κι όμως νοιώθω ότι πετάω, ότι έχω γίνει ξανά 20 χρονών, πως εκεί πιο πέρα θα με φιλήσει στην γωνιά του δρόμου όπως τότε.
Νοιώθω ξανά ότι είμαι στην αρχή της ζωής, ότι όλα είναι δυνατά, ότι τίποτα δεν υπάρχει που δεν μπορώ να πετύχω.
Κάθε λίγο σκύβω και κοιτάζω το ζωγραφισμένο τατουάζ που φαίνεται στην άκρη του ποδιού, αυτό που θα το έχω σ όλη μου τη ζωή.
Αυτή η μόνιμη αλλαγή που έκανα στο κορμί μου γιατί το ήθελα εδώ και χρόνια
Α ναι!
Είναι οι εποχή των μεγάλων αλλαγών, το πήρα απόφαση, όλα στη ζωή μου θα αλλάξουν, κοιτάζω την αντανάκλαση μου στα τζάμια των βιτρινών, είχα τόσο καιρό να το κάνω.
Πάνω στην κίνηση το μικρό τατουάζ διακρίνεται καθαρά, μου κλείνει το μάτι, μου αλαφραίνει το βήμα και η αντανάκλαση μου, μου χαμογελάει με ένα χαζό χαμόγελο, το χαμόγελο ενός πολύ μικρού παιδιού που μόλις του έβαλαν στο στόμα μια καραμέλα.
Το έκανα... πόνεσε; λίγο, δεν πειράζει... μου αρέσει;... ναι, είναι όμορφο!...
Το βράδυ το ξεσκεπάζω προσεχτικά για να βάλω τις αλοιφές που μου έδωσαν.
Το δέρμα είναι ελάχιστα ερεθισμένο, καίει λίγο, αλλά το τατουάζ διακρίνεται καλά, είναι το σωστό μέγεθος, στην σωστή θέση, το κοιτάζω και δεν πιστεύω ότι επιτέλους το έχω κάνει.
Μια μόνιμη αλλαγή στο σώμα μου που την αποφάσισα η ίδια.
Μια αίσθηση ελέγχου πάνω στον χρόνο που αφήνει -ερήμην μου- τα σημάδια του πάνω μου.
Α! ναι! είναι καιρός για αλλαγές, μεγάλες αλλαγές.
Για μια στιγμή σκέφτομαι και άλλες πιο ακραίες που θα μπορούσα να κάνω, να ξυρίσω το κεφάλι ίσως ή να βάψω τα μαλλιά μου άσπρα ή ίσως ένα εκκεντρικό πιρσινγκ...
Γελάω μόνη μου με τις ιδέες.
Η αδρεναλίνη έχει ανέβει στα ύψη και δεν είναι και ο πιο ψύχραιμος σύμβουλος...
Χαϊδεύω το φρέσκο τατουάζ μου και κοιμάμαι με προσεχτικά διπλωμένο το πόδι.
Στον ύπνο μου ονειρεύομαι ότι το τατουάζ πάει, κάτι έπαθε και έσβησε, μια μέρα μόνο το χάρηκα και χάθηκε.
Ξυπνάω και χαμογελάω χαζά.
Όχι, τίποτα δεν έπαθε.
Είναι εκεί να σηματοδοτεί την πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μου.
Και επί τέλους, ονειρεύομαι ξανά...





Ζηλέψατε;
Τρομοκρατηθήκατε;
Το αποφασίσατε;
Ιδού η διεύθυνση του studio:
www.studiotattoo.gr

Τι κάνω τώρα;
Μα ότι κάνουν όλοι όσοι φτιάχνουν το πρώτο τους τατουάζ:
Σκέφτομαι πότε θα κάνω το δεύτερο!!!



Περίληψη:
Τατουάζ κάτω από τον δεξιό αστράγαλο.
Το έκανα για να εξορκίσω τον χρόνο που περνάει και να σηματοδοτήσω τις αλλαγές που έχω αποφασίσει στη ζωή μου!
Το έχω ερωτευτεί!

Λοιπόν, τώρα που το σκέφτομαι, αν έχετε κι εσείς ένα τατουάζ, τι θα λέγατε να μου στείλετε φωτό και να μου πείτε γι αυτό;
Θα μορούσαμε να τα ποστάρουμε, έστω και ανώνυμα.
Η μήπως να φτιάξουμε ένα club των tattooed blogers;
Χμ...!

Ετικέτες

 
posted by ralou at 5:20 μ.μ. | Permalink | 18 comments
usefull  View My Public Stats on MyBlogLog.com